1.11.12

Shadows

06:20. Ξημερώματα Πέμπτης. Στο 040 έχουν ξεμείνει τέσσερα άτομα. Στην τελευταία στάση, πριν από την τελική ευθεία της λεωφόρου Μαρίας Χατζηκυριακού, οι επιβάτες γίνονται δύο. Και αυτοί που έμειναν είναι, σίγουρα, πιο τυχεροί. Χωρίς να το γνωρίζουν...

Διασχίζω την Ηρώων Πολυτεχνείου, έναν, ομολογουμένως, κεντρικό δρόμο του Πειραιά, για να στρίψω στο στενό που θα με οδηγήσει στο Πασαλιμάνι και, ως εκ τούτου, στο σπίτι μου. Δεν έχει πολύ κρύο, οπότε η ζακέτα που φοράω με προστατεύει από την πρωινή δροσιά. Το κινητό μου στην τσέπη της ζακέτας μου, τα ακουστικά στα αυτιά μου και το τραγούδι που έχω επιλέξει είναι ένα του Γιάννη Πουλόπουλου.

Έπεφτε βαθιά σιωπή
...περίεργη αίσθηση να ακούς την ανάσα του ερμηνευτή και τίποτε άλλο,
ταξιδεύοντας μέσα από τις σκέψεις σου...
στο παλιό μας δάσος,
...ένα τσιμεντένιο δάσος, όπου τα κτήρια "φύτρωσαν" πολλές δεκαετίες πριν...
τρέξε να σε φτάσω
...σαν ένα φιλικό παιχνίδι επιβίωσης...
μου 'χες πρωτοπεί.

Κι όταν έτριζε η βροχή
στα πεσμένα φύλλα,
...τα δείγματα του φόβου στις αδυναμίες του ηθικού
και στην ανυπαρξία του ανήθικου...
πόση ανατριχίλα
...λέξη κλειδί...
μέσα στην ψυχή.

Νιώθω πως ο συνεπιβάτης μου, έγινε συνοδοιπόρος μου και, δυστυχώς, κι ακόλουθός μου. Το ένα μου χέρι σφίγγει το κινητό που βρίσκεται στην τσέπη μου και το άλλο σφίγγει την τσάντα που έχω περάσει στον ώμο μου. Με βάση την αρχική διαδρομή, στρίβω στη Χαριλάου Τρικούπη και μόνο τότε σκέφτομαι το λάθος που έκανα. Από τα εκτυφλωτικά φώτα της λεωφόρου πέρασα στα ανατριχιαστικά σκοτάδια ενός στενού και η αίσθηση της κοινής πορείας μου με τον άγνωστο νεαρό, απλώς, ενέτεινε το σφίξιμο. Των χεριών, της ανάσας, της σκέψης... Για να διαπιστώσω, αν, όντως, με ακολουθεί, αποφασίζω να περπατήσω στο δρόμο περνώντας μεταξύ δύο σταθμευμένων αυτοκινήτων. Ο νεαρός κάνει ακριβώς την ίδια κίνηση και νιώθω να επιταχύνει.

Πριν τρία λεπτά ταξίδευα με γνώμονα τη σκέψη μου και μία απότομη λαβή στον ώμο μου, διαλύει τα σύννεφα και με καθηλώνει. Ο χρόνος κύλησε γρήγορα, ίσως επειδή δεν κατάφερα να σκεφτώ λογικά. Απαίτησε να του παραδώσω το κινητό, μεγάλωσα την απόστασή μας υποχωρώντας, το απαίτησε ξανά, αρνήθηκα, προσπάθησε να με πλησιάσει, αμύνθηκα χρησιμοποιώντας την τσάντα μου, υποχώρησε και έτρεξα προς τα πίσω. Τα πόδια μου κινούνταν γρηγορότερα από όσο άντεχα. Κινδύνευσα να πέσω. Με κυνήγησε, σταμάτησα, απειλήσαμε ο ένας τον άλλο και με την τσάντα μου για όπλο κατάφερα να τον κάνω να υποχωρήσει περισσότερο. Έτρεξα ξανά, συνέχισε να με κυνηγάει και η μόνη μου παρηγοριά ήταν η δύναμη του τοίχου στην είσοδο της πολυκατοικίας, όταν ένιωσα πως δεν κινδυνεύω πια. Νομίζω πως γέρασα μέσα σε 10 λεπτά.


Ξημερώματα της πρώτης ημέρας ενός νέου μήνα και η πρώτη σκέψη που κάνω είναι πως δε "μπήκε" καλά. Συνειδητοποίησα πως οι μεγαλύτεροι φόβοι μου δυναμώνουν στα σκοτάδια. Για να με τρομάζει η σκιά τους... Για 10 λεπτά δε ζούσα. Επιβίωνα. Με κάθε μέσο, με κάθε όπλο, με κάθε μέρος του σώματός μου. Κάτι που δεν ήξερα πως μπορώ να κάνω. Ο κίνδυνος, η απειλή, τα διλήμματα και αυτή η σκιά του φόβου με κάνουν να μη χαμογελάω. Ένιωσα απολύτως τρωτός και ιδιαίτερα αδύναμος. Το ξέρεις αυτό, αλλά ο τρόπος που το συνειδητοποιείς, στοιχίζει. Κι ένα χαμόγελο είναι μεγάλο κόστος.

Ίσως ο Νοέμβρης να γίνει ο μήνας που θα ξεπερνάω τους φόβους μου. Μήπως και ξορκίσω τις ιδέες που δεν αφήνουν τους μύες του προσώπου μου να χαλαρώσουν. Μήπως και γίνω λίγο πιο δυνατός. Δεν πιστεύω στις συμπτώσεις και ξέρω πως όλα γίνονται για κάποιο λόγο. Ας αντιμετωπίζουμε αυτό που μας πληγώνει, αρκεί να μην ξεχνάμε...

Μη φοβού, Μαριάμ. Ο Κύριος... πίσω σου!

Δεν υπάρχουν σχόλια: